οβελίσκος — Μνημείο της αρχαίας Αιγύπτου, τετράεδρος, επιμήκης λίθινος στύλος –συνήθως μονολιθικός– που καταλήγει σε πυραμοειδή κορυφή. Η εμφάνιση του ο. συνδέεται με τη λατρεία του Ρα και παραμένει πάντοτε ηλιακό σύμβολο. Τα αρχαιότερα δείγματα ανάγονται… … Dictionary of Greek
CASTELLAMENTUM — apud Arnob. l. 2. Ut spirulas et botulos facerent, isicta, Castellamenta, Lucanicas, suminatam cum his carnem et glaciali conditione tuceta; idem quod πυραμὶς, apud Clem. Alex. Protrepticô: farciminis scil. genus Ioanni a Wower Not. ad Minucium… … Hofmann J. Lexicon universale
μιναρές — Πύργος από τον οποίο καλούνται σε προσευχή οι μουσουλμάνοι. Είναι χτισμένος δίπλα στο τζαμί ή αποτελεί τμήμα του. Οι πρώτοι μ. είχαν συνήθως μια στριφτή εσωτερική σκάλα. Οι μ. της Αιγύπτου, του Ιράκ, του Ιράν και των χωρών της Κεντρικής και Μέσης … Dictionary of Greek
σκιαδοπίτυς — (sciadopitys). Γυμνόσπερμο της οικογένειας των Ταξοδιιδών (κωνοφόρα) με μοναδικό είδος τη σ. τη σπονδυλωτή (sc. verticil lata), φυτό ιθαγενές της Ιαπωνίας. Η σ. είναι δέντρο αείφυλλο, που φτάνει ως τα 40 μ. ύψος και έχει κορυφή πυραμοειδή. Τα… … Dictionary of Greek